- ἀπομίμησις
- ἀπομίμησιςimitationfem nom sgἀπομιμήσιςfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀπομιμήσεις — ἀπομίμησις imitation fem nom/voc pl (attic epic) ἀπομίμησις imitation fem nom/acc pl (attic) ἀπομιμήσις fem nom/voc pl (attic epic) ἀπομιμήσις fem nom/acc pl (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπομίμησιν — ἀπομίμησις imitation fem acc sg ἀπομιμήσις fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπομιμήσεως — ἀπομιμήσεω̆ς , ἀπομίμησις imitation fem gen sg (attic) ἀπομιμήσεω̆ς , ἀπομιμήσις fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
απομίμηση — η (AM ἀπομίμησις) τέλεια μίμηση νεοελλ. 1. αντιγραφή πρωτοτύπου, κατασκευή ομοιώματος 2. παραποίηση με σκοπό την εξαπάτηση, πλαστογραφία, παραχάραξη 3. συνεκδ. αντίγραφο, πανομοιότυπο … Dictionary of Greek